Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Αλήθειες για τον Ξεσηκωμό του 1821

Η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε στις 23 Μαρτίου 1821 ήταν η Καλαμάτα

Πίνακας του Ε. Δράκου που περιγράφει στιγμιότυπο μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας  
Του Πάρη Πέτρα
Σαν σήμερα οι Μανιάτες συνεπικουρούμενοι από Μεσσήνιους και Αλαγόνιους, με αρχηγό τον Πέτρο Μαυρομιχάλη (Πετρόμπεη) κατέλαβαν την Καλαμάτα. Ήταν η πρώτο επιτυχής πολεμική ενέργεια των Ελλήνων οι οποίοι, υπό την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρείας, ξεκίνησαν τον Απελευθερωτικό Πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.     
Προς απόδειξη αυτού (για να μην βγαίνουν οι κάθε λογής "ακραιφνείς" και λένε ανοησίες), υπάρχει το "Συμφωνητικό των Κιτριών". Η σημαντική αυτή συμφωνία μεταξύ των ισχυρών Μανιάτικων Οικογενειών επετεύχθη από τον απεσταλμένο της Φιλικής Εταιρείας, Χριστόφορο Περραιβό. Επισκέφθηκε την Μάνη το δύο χρόνια πριν από την έναρξη του Αγών (1819) και παρουσιάστηκε ως δάσκαλος που θέλει να ιδρύσει σχολείο στους Δολούς, χωριό - βίγλα του λιμανιού των Κιτριών όπου και ο πύργος των μπέηδων της Μάνης. Στα σχέδια της Φιλικής ήταν η έναρξη του Αγώνα από την Μολδοιβλαχία προκειμένου να ξεσηκωθούν και οι λοιποί ορθόδοξοι πληθυσμοί (λίγες φορές μας βγήκε το ποντάρισμα σε σλάβους) και από το άλλο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας, την Μάνη η οποία διέθετε πολεμική δύναμη σε ετοιμότητα. 

Περιγράφοντας τις τελευταίες ημέρες προετοιμασίας του μεγάλου ξεσηκωμού ο καθηγητής Απόστολος Δασκαλάκης αναφέρει: "Κατά τας δύο τελευταίες εβδομάδας ο επαναστατικός οργασμός λαμβάνει μορφήν πολεμικού συναγερμού. Οι Μανιάται έχουν εγκαταλείψη τας εργασίας των και συναθροιζόμενοι εις τας πλατείας των χωριών των ετοιμάζουν «μπαρουτόβολα» με την βοήθειαν των γυναικών και των παιδιών. Οι Καπεταναίοι καταβάλλουν αγωνιώδεις προσπαθείας δια να προμηθευτούν μολύβι και μπαρούτι προς διανομήν και επιτόπιον κατασκευήν σφαιρών. Όλαι αι προμήθειαι σίτου, κριθής και λουπίνων παραδίδονται και οι ΄΄φούρνοι΄΄ οι οποίοι συνήθως ευρίσκονται εις την αυλή εκάστης κατοικίας, είναι ανημμένοι ημέραν και νύκταν προς κατασκευήν παξιμαδιού (καυκάλας) δια τους σάκους των πολεμιστών. Οι κώδωνες των εκκλησιών αντηχούν αδιαλείπτως και οι Ιερείς αναπέμπτουν ευχάς υπέρ των πολεμιστών και δια την ευόδωσιν του παρασκευαζομένου απελευθερωτικού αγώνος".
Το κατόρθωμα του Περραιβού
Ο Χριστόφορος Περραιβός κατάφερε να συμφιλιώσει τις ισχυρές Μανιάτικες οικογένειες- Μαυρομιχαλαίων, Τρουπάκηδων και Γρηγοράκηδων- που βρίσκονταν σε έριδα και αυτό ήταν πραγματικό επίτευγμα. Διότι η Φιλική Εταιρεία γνώριζε καλά πως χωρίς την συμμετοχή ολόκληρης της Μάνης δεν θα υπήρχε πιθανότητα επιτυχίας του πολύ σοβαρού εγχειρήματος. Στον πύργο του Πετρόμπεη στις Κιτριές όπου, την 1η Οκτωβρίου 1819, υπογράφηκε το "Συμφωνητικό των Κιτριών" ένα πολύ σημαντικό κείμενο που αποδεικνύει περίτρανα πως ο Αγώνας ήταν εθνο-απελευθερωτικός.  
Ο πύργος των μπέηδων στις Κιτριές σε χαλκογραφία του 19ου αιώνα.  Από τον χρόνο και τους σεισμούς είχε υποστεί αρκετές ζημιές μέχρι που κατεδαφίστηκε την εποχή της χούντας του '67 για να κατασκευαστεί... ξενοδοχείο (!) κάτι που ευτυχώς δεν έγινε 

Μεταξύ άλλων αναφέρονται και τα εξής:
"...Να είμεθα έτοιμοι συμφώνως και προθύμως να πράξωμεν τα όσα ήθελε προσταχθώμεν από τους ανωτέρους και εγκρίτους του Γένους μας δια το Γενικό συμφέρον της Πατρίδος μας Ελλάδος, ωσάν όπου είμεθα υπόχρεοι και εν αυτώ ωρισμένοι να χύσωμεν και την ύστατην ρανίδα του αίματός μας οπόταν η χρεία το καλέσει...".
Η Φιλική Εταιρεία αφού εξασφάλισε την Μάνη, ήθελε να ξεκινήσει ταυτόχρονα ο Ξεσηκωμός, γνωρίζοντας ότι η Πύλη (σουλτάνος ο Μαχμούτ Β') αντιμετωπίζει προβλήματα: είχε ανοίξει μέτωπο με τους Πέρσες, είχε επαναστατήσει ο Αλή Πασάς στα Γιάννενα  (εναντίον του βάδισε ο Χουρσίτ, στις 6 Ιανουαρίου 1821), αναγκαζόταν να κρατά σημαντική δύναμη στρατού στην Πόλη εξ αιτίας του φόβου των Γενιτσάρων που είχαν αποθρασυνθεί και καταντήσει μάστιγα για την Πόλη (η διάλυσή τους έγινε το 1826). 

Το ξεκίνημα των Μανιατών 

Είναι βέβαιο ότι ο συγχρονισμός του ξεκινήματος του Αγώνα που προωθούσε η Φιλική Εταιρεία δεν συνέβη ποτέ. Ο Αγώνας για την ελευθερία των Ελλήνων ξεκίνησε με το πέρασμα του ποταμού Προύθου, στην Μολδοβλαχία, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, στις 22 Φεβρουαρίου 1821 (6 Μαρτίου με το νέο ημερολόγιο) και την προκήρυξή του «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ήταν ένα κίνημα που εκδηλώθηκε σε ξένη χώρα και έσβησε άδοξα σε ξένη χώρα κι ενώ θυσιάστηκε ένα σημαντικό μέρος του ανθού των Ελλήνων, μέσω το Ιερού Λόχου.  
Απότοκος της Συμφωνίας των Κιτριών ήταν η παμμανιάτικη σύναξη στην Αρεόπολη (τότε ονομαζόταν Τζ(σ)ίμοβα), 17 Μαρτίου 1821, όπου αποφασίστηκε ν' αρχίσει ο Αγώνας. Το σύνθημα που κυριαρχούσε και αναγραφόταν στο λάβαρο των Μανιατών ήταν "Νίκη ή Θάνατος". Προφανώς δεν έγραφαν "Ελευθερία ή Θάνατος" διότι οι Μανιάτες είχαν ελευθερία οπότε τους ενδιέφερε μόνο η νίκη.  

Μία υποχρέωση των Μανιατών για την αυτονομία τους, ήταν να παράσχουν στρατιωτική προστασία στον αγά της Καλαμάτας, όποτε αυτός το ζητούσε. Τον Μάρτιο του 1821 είχαν πληθύνει οι ενδείξεις ότι οι Έλληνες "κάτι ετοίμαζαν", ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη του φορτίου όπλων που είχε φτάσει στον Αλμυρό (μανιάτικο παραλιακό χωριό λίγο έξω από την Καλαμάτα), στις 18 του ίδιου μήνα. Το πλοίο είχε ξεκινήσει από την Σμύρνη με εντολή των Φιλικών και με καπετάνιο τον Μέξη. Τότε ο αγάς Σουλεϊμάν Αρναούτογλου ζήτησε από τον Μπέη της Μάνης, Πέτρο Μαυρομιχάλη, να του παράσχει προστασία, όπως είχε υποχρέωση. Ο Πετρόμπεης έστειλε στις 22 Μαρτίου στην Καλαμάτα 150 άνδρες υπό την αρχηγία του γιου του Ηλία Μαυρομιχάλη. Αυτοί κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις στην πόλη, ενώ συγχρόνως και άλλοι οπλισμένοι Έλληνες ενίσχυαν την δύναμή τους.

Η κατάληψη

Θορυβηθείς ο αγάς, ζήτησε από τον Μαυρομιχάλη να έλθει ο ίδιος προς προστασία του με περισσότερους άνδρες. Την επαύριο, 23 Μαρτίου, εισήλθαν στην Καλαμάτα 2. 000 Μανιάτες: 
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης πρωτοστάτησε με την οικογένειά του στον Αγώνα. Και επειδή, κατά τον Εμ. Ροΐδη,  "εις αυτόν τον τόπο ουδεμία πράξις φιλοπατρίας παρέμεινε ατιμώρητος" πλήρωσε ακριβά. Του φόρτωσαν και μαζί και στην Μάνη, την δολοφονία του Καποδίστρια! 

"Εις τας 23 Μαρτίου επιάσαμεν τους Τούρκους εις την Καλαμάτα, τον Αρναούτογλου σημαντικόν Τούρκον της Τριπολιτσάς. Είμεθα 2000 Μανιάτες, ο Πετρόμπεης, ο Μούρτζινος, Κυβέλος. Δυτική Σπάρτη (σ.σ. "Σπάρτη" ονόμαζαν τότε την Μάνη) 100 ήτον οι Τούρκοι μαζεμένοι, ως 10.000 η φήμη τους μεγάλη. Η Ανατολική Σπάρτη εκινήθη την ίδια ώρα. Ο Τζαννετάκης με την Κακοβουλία εκκινήθη δια τον Μυστρά. Οι Τούρκοι της Μπαρδούνιας και Μυστρά υπάγουν, τραβιούνται εις την Τριπολιτσά. Οι Τούρκοι είχαν βάλει την υποψία, επροσκάλεσαν προεστούς και δεσποτάδες και αυτοί επήγαν. Ήταν έμβα του Μαρτίου. Δεν τους εσκότωσαν. Οι Σπαρτιάται αφού επήραν λάφυρα, προχωρούν και πολιορκούν τη Μονεμβασιά. Εις την Καλαμάτα εκάμαμε συνέλευσην, πόθεν να πρωτοκινήσωμεν τα στρατεύματα. Οι Καλαματιανοί εκατάφεραν τον Μπέη να πάμε εις την Κορώνη δια να μη βάλουν σπαθί οι Τούρκοι εις τους Χριστιανούς, εγώ δεν εστέρχθηκα, είπα να πάμε εις την παλαιάν Αρκαδία, εις το κέντρο, δια να βοηθούμε τους άλλους. Του Μούρτζινου αρρώστησε το παιδί του, ο Διονύσιος, και έτσι δεν εκίνησαν όλοι οι Μανιάτες, έλαβα 200 από αυτόν και 70 από τον Μπέη με τον καπετάν Βοϊδή και με 30 δικούς μου εγένηκαν 300, και έκοψα ευθύς δύο σημαίες με σταυρό και εκίνησα" (Θ. Κολοκοτρώνη Απομνημονεύματα). 
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην κατάληψη της Καλαμάτας ο Κολοκοτρώνης είχε μόνο 30 άνδρες υπό τις διαταγές του. Την πρώτη σοβαρή δύναμη την απέκτησε, όπως ο ίδιος διηγείται, από Μανιάτες άνδρες που του έδωσαν οι Μαυρομιχαλαίοι.
Κατά την αφήγηση λοιπόν του Κολοκοτρώνη, επικεφαλής ήταν ο Πετρόμπεης και ο καπετάνιος της Καρδαμύλης, Παναγιώτης Μούρτζινος. Ενώθηκαν με τους υπολοίπους και όλοι μαζί έφθασαν στην κατοικία του Σουλεϊμάν Αρναούτογλου όπου του ζήτησαν να τους παραδώσει τα κλειδιά της πόλης. Η Καλαμάτα ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό, χωρίς μάλιστα να χυθεί σταγόνα αίμα.

Το πρώτο πολιτικό κείμενο των ελεύθερων Ελλήνων 

Μετά την κατάληψη της Καλαμάτας, ο Φωτάκος (υπασπιστής του Κολοκοτρώνη) αφηγείται:  «Μετά ταύτα (σ. σ. εννοεί την παράδοση της πόλης) έκαμαν οι καπετανέοι συμβούλιον πώς να εξαπλώσουν την επανάστασιν∙ απεφασίσθη λοιπόν να υπάγουν να πολιορκήσουν μαζύ με τους εντοπίους τα φρούρια της Μεσσηνίας, Μεθώνην, Κορώνην και Νεόκαστρον, οι δε γέροντες Π. Μαυρομιχάλης, Ιωάννης και Γεώργιος Καπετανάκηδες, ο Ν. Χρηστέας, ο Π. Κυβέλος, ο Ιωάννης Κατσής ή Μαυρομιχάλης, ο Κυριακούλης Κουτράκος, ο Πατριαρχέας και άλλοι έμειναν εις τας Καλάμας δια την ευταξίαν και έκαμαν την λεγομένη Γερουσίαν των Καλαμών».
Η Γερουσία, συνήλθε αμέσως και συνέταξε την περίφημη "Προκήρυξη προς τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς", που είναι το πρώτο πολιτικό - διπλωματικό κείμενο των ελεύθερων Ελλήνων.   
Η "Προκήρυξις προς τα Ευρωπαϊκάς Αυλάς" είναι το πρώτο πολιτικό κείμενο των ξεσηκωμένων Ελλήνων. 

Η  Προκήρυξη στάλθηκε εκ μέρους του αρχιστρατήγου των σπαρτιατικών (Μανιάτικων) στρατευμάτων Πέτρου Μαυρομιχάλη και εκ μέρους της Μεσσηνιακής Συγκλήτου στας "Ευρωπαϊκάς Αυλάς" ζητώντας βοήθεια και κάνοντας σαφές ότι ο Αγώνας αυτός είναι "υπέρ πάντων" και χωρίς γυρισμό. Ημερομηνία υπογραφής η 23η Μαρτίου. Είναι σαφές ότι για την σύνταξή του, όπως και για την σύστασης της "Μεσσηνιακής Γερουσίας" υπήρξε σχεδιασμός από την Φιλική Εταιρεία, τα μέλη της οποίας σαφώς και γνώριζαν από διοίκηση και διπλωματία.  
[...] Εν ενί λόγω απεφασίσαμεν, ή να ελευθερωθώμεν, ή να αποθάνωμεν. Τούτου ένεκεν προσκαλούμεν επιπόνως την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαίων γενών, ώστε να δυνηθώμεν να φθάσωμεν ταχύτερον εις τον Ιερόν και δίκαιον σκοπόν μας και να λάβωμεν τα δίκαιά μας. 

Να αναστήσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν γένος μας. Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε, απαιτεί ως εν τάχει την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας, και ευέλπιδες, ότι θέλει αξιωθώμεν, και ημείς θέλομεν σας ομολογή άκραν υποχρέωσιν, και εν καιρώ θέλομεν δείξη πραγματικώς την υπέρ της συνδρομής σας ευγνωμοσύνην μας [...]



Θα έπρεπε να εορτάζεται η 23η Μαρτίου και όχι η 25η 

Έχοντας υπ' όψιν τα αναμφισβήτητα ιστορικά γεγονότα, απορεί κανείς πώς καθιερώθηκε η 25η Μαρτίου ως ημέρα ενάρξεως του Αγώνα. Είναι πλέον σαφές ότι αυτό έγινε καθ' απαίτηση της Εκκλησίας και προκειμένου να βγάλει από πάνω της τον αφορισμό [1} του Αγώνα, που υπέγραψε όχι μόνον ο Πατριάρχης "εθνομάρτυρας" Γρηγόριος Ε΄αλλά και πλειάδα αρχιερέων. Είναι γνωστή η διαμάχη, για το αν ο Γρηγόριος αφόρισε την Επανάσταση κάνοντας ελιγμό στην πίεση της Οθωμανικής Πύλης, ή ήταν μια ειλικρινής προσπάθεια με στόχο να περισώσει τα κεκτημένα της Εκκλησίας. Πάντως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ίδιος «εθνομάρτυρας» Πατριάρχης είχε αφορίσει επίσης τον Ρήγα Φεραίο και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη [2].
Ο Γέρος του Μοριά.
Η Εκκλησία φυσικά υποστηρίζει την πρώτη εκδοχή και με βάση και την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» (Εκδοτική Αθηνών, τομ. ΙΒ', σ. 1308), ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διαμηνύει προς τους Σουλιώτες: "Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας σας στέλνει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρείται αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου".
Ένα ακόμη σημείο τριβής αποτελεί και το ερώτημα αν τελικά αποσύρθηκε εκ των υστέρων ο αφορισμός. Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι ο αφορισμός ουδέποτε αποσύρθηκε από την ελληνική Εκκλησία μέχρι τις μέρες μας. Η Εκκλησία από την πλευρά της υποστηρίζει ότι αποσύρθηκε μυστικά, "γι' αυτό άλλωστε κρεμάστηκε ο Γρηγόριος από τους Τούρκους". Ο ίδιος ο Σουλτάνος, Μαχμούτ Β', στην "απανταχούσα" του για το θάνατο του Πατριάρχη, αν και τον κατηγορεί για «πλαστά δείγματα αφοσιώσεως», δεν αναφέρεται άμεσα στον αφορισμό:"Ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του [...], όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ου μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς [...], αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος, όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως...".
Όμως, scripta manent, δηλαδή  τα γραπτά όμως μένουν... Εκτός από τον αφορισμό, ο Γρηγόριος Ε' είχε αποστείλει και δύο ακόμη εγκυκλίους: Μία ανοιχτή για να διαβαστεί στους κληρικούς και μία ακόμη εμπιστευτική προς τους μητροπολίτες, αν αγνοία του Σουλτάνου, την οποία φυσικά κανένας δεν τον υποχρέωσε να συντάξει.

Αξίζει να σημειωθεί, πως οι «πατέρες» υπέγραψαν τον αφορισμό πάνω στην Αγία Τράπεζα (αναφέρεται άλλωστε και μέσα στο κείμενο), προσδίδοντας έτσι με αυτή την συμβολική κίνηση όλη την «ιερότητα» που απαιτούνταν και αποδεικνύοντας την σημασία που του έδιναν, διαψεύδοντας ταυτοχρόνως τους ισχυρισμούς περί εξαναγκασμού.

Έλληνες και Ρωμηοί

Όσο κι αν δεν το ομολογεί η Εκκλησία, το γεγονός ότι, όχι μόνο η κεφαλή της δεν συμμετείχε ενεργά στην διοργάνωση του Αγώνα αλλά, επισήμως, τάχθηκε κατά αυτού, ήταν πάντα ένα βάρος που έπρεπε, σημειολογικά έστω, να βγάλει από επάνω της. Θα πρέπει επίσης να σταθούμε και σε ένα σοβαρό στοιχείο: την εποχή εκείνη, η επίσημη Εκκλησία που εκφραζόταν δια μέσου Πατριαρχείου, ποτέ δεν χρησιμοποιούσε τον όρο "Έλληνες" αλλά προτιμούσε τον βυζαντινό "Ρωμηοί", στον οποίον υπάγονταν όχι μόνο οι ελληνικού γένους αλλά όλοι οι ορθόδοξοι. Αν προσέξει κάποιος τα κείμενα τόσο της "Συμφωνίας των Κιτριών", όσο και της "Μεσσηνιακής Γερουσίας" πουθενά δεν θα βρει τον όρο "Ρωμηός". Αυτό από μόνο του δείχνει ότι οι διοργανωτές του Αγώνα λάμβαναν αποστάσεις από την Εκκλησία και παράλληλα έδειχναν πως ο αγώνας τους είναι απελευθερωτικός για το ελληνικό γένος ή γένος των γραικών. Βεβαίως και γίνεται επίκληση της θρησκείας, της πίστης, του σταυρού κ.λπ. αλλά θα πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν ότι την εποχή εκείνη ο κόσμος ήταν εξαιρετικά θρησκευόμενος οπότε η επίκληση της πίστεώς του λειτουργούσε ως συνεκτική ουσία για τον κοινό σκοπό.        

 Η πρώτη διαστρέβλωση 

 Η Εκκλησία λοιπόν ήθελε πολύ να συμπέσει η ημερομηνία έναρξης του Αγώνα με μια δική της εορτή, ώστε να ταυτιστεί στη συνείδηση του λαού η πρωτοκαθεδρία της στην "Επανάσταση", ασχέτως αν δεν υπήρξε ποτέ. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η συμμετοχή πολλών κληρικών και μοναχών στον Αγώνα δεν σημαίνει ότι εξέφραζε και την επίσημη θέση της Εκκλησίας, δηλαδή του Πατριαρχείου και πολλών αρχιερέων που ήταν πιστοί στην Πύλη και στην οθωμανική αυτοκρατορία συνεχίζοντας το ιδεολόγημα "ήτανε θέλημα Θεού".  Ο όρος "επανάσταση" που καθιερώθηκε, ιστορικά και πολιτικά δεν μπορεί να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα διότι απλούστατα επαναστατεί κάποιος λαός όταν έχει καταληφθεί και καταλυθεί το κράτος του. Οι Έλληνες, από την εποχή της ρωμαϊκής κατάκτησης ποτέ δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν κάποια κρατική οντότητα. Η κατάληψη του "Βυζαντίου", δηλαδή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όπως επισήμως ονομαζόταν, από τους Οθωμανούς, δεν κατέλυσε κάποιο "ελληνικό κράτος" ώστε να επαναστατήσουν αργότερα οι Έλληνες. Όπως για παράδειγμα οι Κούρδοι σήμερα που κάνουν "αγώνα ανεξαρτησίας", έτσι και οι Έλληνες της εποχής, υπό την καθοδήγηση των Ελλήνων της διασποράς, με κεντρικό πυρήνα την Φιλική Εταιρεία, αποφάσισαν να ξεκινήσουν ένοπλο Απελευθερωτικό Πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προκειμένου να ελευθερωθούν και να δημιουργήσουν κράτος. Δεν ξεκίνησαν "επανάσταση" μόνο για να καλυτερέψουν τις συνθήκες διαβίωσής τους. 
Αφού η Καλαμάτα ελευθερώθηκε στις 23 Μαρτίου 1821 κι έτσι ξεκίνησε ο Αγώνας, η 25η Μαρτίου έπεφτε "γάντι" στην Εκκλησία. Η πρώτη διαστρέβλωση της ημερομηνίας έναρξης του Αγώνα έγινε από το επίσημο ελεύθερο κράτος στις 15 Μαρτίου 1838 όταν εξεδόθη το παρακάτω Διάταγμα του Όθωνα: 
«Επί τη προτάσει της Ημετέρας επί των Εκκλησιαστικών κ.λπ. Γραμματείας θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25ης Μαρτίου, λαμπράν καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα δια την εν αυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια την κατ’ αυτήν την ημέρα έναρξιν του περί ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού έθνους καθιερούμεν την ημέρα αυτή εις το διηνεκές, ως ημέρα εθνικής εορτής».
Ρίχνοντας μια ματιά στο ιστορικό τοπίο της εποχής, οφείλουμε να λάβουμε υπ' όψιν μας ότι: τον Ιούλιο του 1833 υπήρξε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση του Όθωνα με την Εκκλησία, με αιτία την ανακήρυξη του Αυτοκέφαλου της Ελληνικής Εκκλησίας. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την κατάσχεση μέρους της εκκλησιαστικής περιουσίας, κτημάτων των ανενεργών μοναστηριών. Η εκκλησιαστική αντίδραση ήταν σφοδρή και ενδυνανώθηκε από το ζήτημα που ετέθη περί του θρησκεύματος του διαδόχου του Όθωνα. Μία μυστική εταιρεία, με την ονομασία «Φιλορθόδοξος Εταιρεία», σχεδίαζε να δολοφονήσει (!) τον Όθωνα κατά την διάρκεια κάποιου επισήμου εορτασμού. 
Οι Βαυαρική Επιτροπεία δεν ήθελε πονοκεφάλους και ρήξη με την παντοδύναμη Εκκλησία που διέθετε την συντριπτική πλειοψηφία του λαού που κατά βάση ήταν αμόρφωτος και εξαιρετικά θεοσεβούμενος, καθώς και πλούτο δεδομένου ότι η οθωμανική περίοδος ήταν εξαιρετικά προσοδοφόρα για τα οικονομικά της. Έτσι το παλάτι αποφάσισε ν' ακολουθήσει την πολιτική της συναίνεσης. Πολιτική που ακολούθησαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα. Χαρακτηριστικό της ενδοτικότητας έναντι της Εκκλησίας είναι, για παράδειγμα, η αναγνώριση οθωμανικών τίτλων ιδιοκτησίας! (βλ. Βιστωνίδα κ.λπ.) Εάν δεν γινόταν αποδεκτός ο όρος "Επανάσταση", θα έπρεπε να ξαναμοιραστεί η γη ισότιμα. Ωστόσο η μεθόδευση ήταν διαφορετική. 

Η ενδοτικότητα λοιπόν του κράτους απέναντι στην Εκκλησία επιβεβαιώθηκε το 1839. Πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού, με πλοίαρχο τον γιο του θαλασσομάχου του Αγώνα, Ανδρέα  Μιαούλη και επιβάτη των επί των Εκκλησιαστικών υπουργό Γ. Γλαράκη, υπέγραψε και το Διάταγμα για την 25η Μαρτίου. Ακολούθως πήγε στην Άνδρο και από εκεί οδήγησε δεσμώτη τον Θεόφιλο Καΐρη, προκειμένου να δικαστεί από το Συνοδικό Δικαστήριο. Παράλληλα πρόσφερε ένα ακόμη δώρο στην Εκκλησία: έπαυσε από γραμματέα της Συνόδου τον Θεόκλητο Φαρμακίδη [3], ο οποίος πρωτοστάτησε στην ανακήρυξη του αυτοκέφαλου, και τον αναγόρευσε καθηγητή Φιλολογίας στο νεοσύστατο τότε Πανεπιστήμιο. Ήταν η δεύτερη πράξη απόλυτης ταύτισης Πολιτείας - Εκκλησίας. Έκτοτε αυτή η αγκάλη θα εξακολουθούσε το ίδιο σφικτή ενίοτε δε και ασφυκτική. Ε 
Η συμπόρευση Εκκλησίας και Πολιτείας, με υπεροχή της πρώτης, συντελέσθηκε με τον τόμο του 1850, του Πατριαρχείου. Τότε αναγνωρίστηκε από το Πατριαρχείο το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά ταυτόχρονα αυτή αναγνώρισε ως αδιαφιλονίκητο το "πρωτείο" του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Από το 1850 και μετά, πλάστηκαν οι μύθοι του Κρυφού Σχολειού και της ευλογίας του λάβαρου στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό την 25η Μαρτίου. Δύο χρόνια αργότερα (1852) πρωτοεμφανίζεται και ο όρος "ελληνοχριστιανικός πολιτισμός" στον πρόλογο συλλογής δημοτικών ασμάτων του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου [4]. Μια άλλη παράμετρος που επενέργησε να ξεχαστεί η 23η Μαρτίου και να γίνεται μια λιγόλογη και ασαφής παραπομπή στην Διακήρυξη, είναι ότι μόνον αυτή δεν κάνει την παραμικρή αναφορά σε θρησκεία και πίστη.

Η αποκατάσταση 

Σταδιακά, η επέτειος της 23ης Μαρτίου περιέπεσε στην λήθη. Ο εορτασμός για το ξεκίνημα απελευθέρωσης της Ελλάδας ήταν  τοπικός και ανεπίσημος. Κάποιες σκόρπιες φωνές πνίγηκαν στην επίσημη κρατική σιωπή. Έπρεπε να περάσουν 126 χρόνια από την επέτειο και η Καλαμάτα να έχει έναν φωτισμένο μητροπολίτη, τον Χρυσόστομο Δασκαλάκη. Συνέστησε Επιτροπή με επικεφαλής τον δημοσιογράφο - διευθυντή της "Σημαίας", Γιάννη Αναπλιώτη, που και αυτός είχε αγωνιστεί για την αναγνώριση της επετείου. Όμως η κυβέρνηση κωλυσιεργούσε και δεν αναγνώριζε την 23η Μαρτίου. Βλέποντας αυτά ο ιεράρχης δια νυκτός αναχώρησε από την Καλαμάτα για την Αθήνα. Και αναστατώνοντας τους πάντες και τα πάντα κατάφερε να εξασφαλίσει την επίσημη αναγνώριση.Ήταν 17 Απριλίου 1947 όταν υπεγράφη από τον τότε βασιλιά Παύλο και τον τότε υπουργό Εσωτερικών Γεώργιο Παπανδρέου το Βασιλικό Διάταγμα, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 72/19 Απριλίου 1947:
«Επιθυμούντες όπως, η επέτειος της 23ης Μαρτίου 1821 καθ’ ην η πόλις των Καλαμών, απετίναξε πρώτη τον Τουρκικόν ζυγόν, εορτάζηται ως εμπρέπει εις το ιστορικόν τούτο γεγονός, προτάσει του Ημετέρου επί των Εσωτερικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν:

1) Την 23 Μαρτίου θα εορτάζεται, ως τοπική εορτή, η επέτειος της απελευθερώσεως της πόλεως των Καλαμών.

2) Κατά ταύτην θα τελήται εις τον εν Καλάμαις διασωζόμενον ιστορικών φραγκοβυζαντινόν Ναόν των «Αγίων Αποστόλων» δοξολογία εις ανάμνησιν της ιστορικής ημέρας και επιμνημόσυνος δέησις υπέρ των ηρώων της Ελευθερίας.
Εις τον επί των Εσωτερικών υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος».



Σημειώσεις: 

1. Το κείμενο του αφορισμού πρωτοδημοσιεύθηκε στο ελληνικό περιοδικό «Λόγιος Ερμής» που τυπώνονταν στην Βιέννη της Αυστρίας. Το κείμενο παρατέθηκε αργότερα στο βιβλίο Ιστορίας του Ιωάννη Φιλήμονος, του 1856.

2. Ο Θ. Κολοκοτρώνης αφορίστηκε το 1806 μαζί με τους άλλους κλεφτοκαπεταναίους της Πελοποννήσου. Την εποχή εκείνη ο απλοϊκός λαός (στην πλειοψηφία του) περισσότερο έτρεμε τον αφορισμό και από τον ίδιον το θάνατο. Φοβόταν την κόλαση που του καλλιεργούσε εντέχνως η Εκκλησία. Ακόμη και ο Κολοκοτρώνης επηρεάστηκε από τον αφορισμό του Γρηγορίου του Ε΄ στα 1806. Όταν τον επόμενο χρόνο, στα 1807 βρέθηκε κουρσάρος πλέον στη Χαλκιδική, έστειλε ένα μήνυμα στον εξόριστο τότε, από τον σουλτάνο, στο Αγιον Ορος, Γρηγόριο τον Ε΄ που του έγραφε ότι εκείνος τον κατάντησε έτσι: «Εσύ μου 'γραψες την προδοσία στο χαρτί αλλά εγώ θα σου τη γράψω στο κούτελο». Η απάντηση του πρώην αλλά και μελλοντικού Πατριάρχη ήταν ότι όλα έγιναν «κατά θείαν παραχώρησιν»!

3. Θεόκλητος Φαρμακίδης (Νίκαια Θεσσαλίας 1784 - Αθήνα 1860). Υπήρξε διδάσκαλος του Γένους, κορυφαίος διαφωτιστής, αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, λόγιος, κληρικός και πρωτοπόρος δημοσιογράφος.
Μετά την κήρυξη του Αγώνα, τον Μάιο του 1821, μετέβη στην ηπειρωτική Ελλάδα, από εκεί στις Σπέτσες, στη συνέχεια στο στρατόπεδο των Βερβαίνων όπου τελικά και εντάχθηκε στο επιτελείο του Δημήτριου Υψηλάντη.
Τον Αύγουστο του 1821 μετέβη στην Καλαμάτα όπου και εξέδωσε την πρώτη ελληνική εφημερίδα που κυκλοφόρησε σε ελλαδικό έδαφος, χειρόγραφη με τον τίτλο "Ελληνική Σάλπιγξ". Η ΄'εκδοση διεκόπη εξ αιτίας της διαφωνίας του με τη λογοκρισία που επιχείρησε να επιβάλλει ο Υψηλάντης.
Έλαβε μέρος στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις, διορίστηκε μέλος του Αρείου Πάγου Ανατολικής Ελλάδος, Έφορος της Παιδείας και της Ηθικής Ανατροφής των Παίδων (5 Ιουλίου 1823) και δίδαξε το διάστημα 1823 – 1825 στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας. Στα 1825 διορίστηκε από την κυβέρνηση αρχισυντάκτης της "Γενικής Εφημερίδος της Ελλάδος" της μετέπειτα "Εφημερίδος της Κυβερνήσεως". Παραιτήθηκε από αυτή τη θέση το 1827 αντιδρώντας έτσι στις κατηγορίες που του απέδιδαν.
Με ενέργειες του Φαρμακίδη στις 23 Ιουλίου 1832 εξεδόθη Βασιλικό Διάταγμα για την κήρυξη του αυτοκεφάλου της ελλαδικής εκκλησίας και την ανεξαρτησία της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Βασικό επιχείρημα του ήταν ότι δεν μπορούσε το ελεύθερο ελληνικό κράτος να εξαρτά την εκκλησιαστική του διοίκηση από έναν Πατριάρχη δέσμιο του Τούρκου Σουλτάνου. Οι συντηρητικοί εκκλησιαστικοί κύκλοι, που ανήκαν στο "ρωσικό κόμμα" (το οποίο υποστήριζε το ενιαίο εκκλησιαστικό κέντρο, επί τη βάσει των πανσλαβιστικών σχεδίων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας) εξεμάνησαν εναντίον του ασκώντας του εντονότατη πολεμική για πάνω από δύο δεκαετίες. Επικεφαλής αυτών των κύκλων υπήρξε ο κληρικός Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, έμμισθος σύμβουλος των Ρώσων και κύρια όργανά του η εφημερίδα "Αιών" και το περιοδικό "Ευαγγελική Σάλπιγξ".

4. Σπυρίδων Ζαμπέλιος (Λευκάδα 1815- Ελβετία 1881). Ιστορικός και λογοτέχνης. Χαρακτηρίστηκε ο θεωρητικός της ιστορικής ενότητας αρχαίου, μεσαιωνικού και νεότερου Ελληνισμού και μαζί με τον Κων. Παπαρρηγόπουλο αποτελούν το δίδυμο της ελληνικής ιστοριογραφίας του 19ου αιώνα.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου