Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

«Τι έπταιξε δια την δουλείαν;»


Αποκαλυπτικές αλήθειες από την «Ελληνική Νομαρχία» για τα χρόνια σκλαβιάς των Ελλήνων


Του Χρίστου Κοτσωνή
Το πιο ριζοσπαστικό βιβλίο που γράφηκε ποτέ για την ελληνική πραγματικότητα, εξεδόθη το 1806 στην Ιταλία από ανώνυμο Έλληνα. Και λέμε Έλληνα, διότι μέσα στην «Ελληνική Νομαρχία» γίνεται σαφής διαχωρισμός μεταξύ του «Έλληνα» και του «Ρωμιού». Και όχι μόνον αυτό. Παραθέτοντας ιστορικές αλήθειες λέγει το αυταπόδεικτο γι’ αυτούς που επιμένουν στην «ελληνικότητα του Βυζαντίου». Ότι δηλαδή, οι Έλληνες τους αιώνες που πέρασαν μέχρι τη συγγραφή του βιβλίου, ήταν υπόδουλοι. Την ελευθερία τους οι Έλληνες την έχασαν αρχικά από τη Δύση, δηλαδή από τους Ρωμαίους, και δεν την κέρδισαν ούτε όταν χωρίστηκε η αυτοκρατορία σε δυο τμήματα, ανατολικό και δυτικό. Γράφει, λοιπόν, ο ανώνυμος στη «Νομαρχία»:
«Πς λοιπν λλς ερίσκεται μέχρι τς σήμερον ες δουλείαν; Δν χασεν κα ατ σως τν λευθερίαν της π τν ρπαγν τν Ρωμαίων; Δν φύλαξεν ατ σως τ θη της σα; Δν τ φυλάττει κα ως τν σήμερον; Διατί λοιπν ερίσκεται πάντοτε δούλη; Κα διατί δν σύνθλασεν ως τώρα τς λύσους, πο τν κρατοσι π δουλείας τόσον δίκως; Ατ ξέτασις, λληνες, εναι πολλ ναγκαία δι μς, πρτον μέν, δι ν ξαλείψωμεν τ μπόδια, φο τ γνωρίσωμεν ποα εναι, κα δεύτερον, δι ν μπορ καθες π μς, ν ποδεικνύ εκόλως τν βαρβάρων κα χαρίστων λλογενν, πο τόσον λίγον μς ψηφσι, τι τ λληνικν γένος δν γεννήθη δι τν δουλείαν. Ατς λοιπν τς ατίας θέλω προσπαθήσει ν παραστήσω, σον συντομώτερα μο σταθ δυνατόν, κα πειτα ν εσέλθω ες τ ναγκαιότερον μέρος το λόγου μου, δι ν ποδείξω, πόσον εκολον εναι ν λευθερωθ τώρα, κα πς τάχιστα θέλει κολουθήσει.
λλάς, γαπητοί μου, κτακοσίους χρόνους πρ Χριστο κμαζε, κα τον ες τν κρον βαθμν τς ετυχίας της. φο μως ες τος 375 πρ Χριστο, Φίλιππος, πατρ το Μεγάλου λεξάνδρου, λαβε τ μακεδονικν σκπτρον, δι πρώτην φοράν, ρχισε, φε! ν μιάν τν λευθέραν γν τς λλάδος μ τν νεξάρτητον ρχήν του. Ατς ντας πολλ φιλόδοξος, κα ν ατ φιλομαθς κα δίκαιος, ταν δν τον πρς ζημίαν του, δι ν επ καλλίτερα ταν τον πρς φελός του, ελκυσε κατ᾿ λίγον λίγον ες τν φιλίαν του τος περισσοτέρους ρχηγος τν τότε λληνικν πόλεων, κα οτως προετοίμασεν ες μν τν υόν του μεγάλας νίκας, ες δ τν πατρίδα του κα λην τν λλάδα να πικείμενον κα φευκτον φανισμόν. ξ ατίας του, εθύς, ρχισεν πόλεμος ναμεταξύ των, α διχόνοιαι ηξησαν, κα λευθερία τς λλάδος π᾿ λίγον κατ᾿ λίγον φθείρετο, ως ες τος 146 πρ Χριστο, πο παντελς φανίσθη π τς ρωμαϊκς μεγαλειότητος.
Ο Ρωμαοι, κατ᾿ κενον τν καιρόν, κμαζον. Ατοί, ξ ρχς, τον λίγοι φυγάδες, λλ μετ τατα, διδαχθέντες παρ τν λλήνων κάθε λογς πιστήμας, κα νόμους παρ᾿ ατν λαβόντες, κατεστήθησαν ο ξιώτεροι στρατιται κα συμπολται το κόσμου. λλς δ λλιπής, κατ᾿ κείνας τς ποχάς, π ξίους στρατιτας, πού, ς προεπον, εχαν θυσιάσει ματαιότης Φιλίππου κα λεξάνδρου κα ο ναμεταξύ των πόλεμοι, σαύτως κα π ξια ποκείμενα, πο φθόνος κα πολυτέλεια εχαν φθείρει, παρώξυνεν σφόδρα τν χορτασίαν τν Ρωμαίων, ο ποοι προσποιούμενοι ν βοηθήσουν τινς τν λληνικν δυνάστων, ρμησαν ες τν λλάδα κα φερον μαζί των τν καθ᾿ ατ φανισμόν της, φο λεηλάτευσαν, φο κατέκαυσαν πόλεις, φο τέλος πάντων, τ λον φάνισαν, κήρυξαν τν λλάδα ρωμαϊκν παρχίαν.
π τότε, λοιπόν, ως ες τος 364 μετ Χριστόν, πο διεμοιράσθη τ ρωμαϊκν βασίλειον ες νατολικν κα δυτικόν, ο λληνες πόκειντο ες φοβερν τυραννίαν, κα παθον νήκουστα βάσανα κα ταλαιπωρίας π τος διαφόρους σκληροτάτους μπεράτορας, πο Ρώμη τος πεμπεν. Δν δύναντο ν λευθερωθσι π τοιοτον ζυγόν - γκαλ κα τ θη των ν μν τον παντάπασιν διεφθαρμένα κα ν πόκειντο ες ξένην ρχν - πειδ πικράτεια τον μεγαλωτάτη, κα δν πέφερον λοι ξίσου τς δυστυχίας, κα ξακολούθως, δν μποροσαν ν νωθον λοι μαζί, δι ν ξολοθρεύσουν τος τυράννους των.
π τότε, λοιπόν, πο στερεώθη χριστιανισμός, ως ες τος 1453, ντς ν αξήσουν τ μέσα τς λευθερώσεώς των, φε! σμικρύνοντο. δεισιδαιμονία κα ψευδής τε κα μάταιος ζλος τν ερέων κα πατριαρχν, κατεκυρίευσεν τς ψυχς τν βασιλέων, ο ποοι, ντς ν πιμελοντο ες τ ν διοικσι τν λαόν, καθς πρεπε, λλο δν στοχάζοντο, παρ ν φιλονικσι, κα ν κτίζωσιν κκλησίας. Τότε ες τν λλάδα φάνησαν τρες κυριότητες· τυραννία, τ ερατεον, κα εγένεια, α ποαι δι νδεκα αἰῶνας σχεδόν, κατέφθειραν τος λληνας κα κατερήμωσαν τν λλάδα. ματαιότης τν πατριαρχν, κα πάπων προξένησεν τ σχίσμα ναμέσον μν κα τν Λατίνων, κα δεισιδαιμονία νωσεν ες ατ ν μσος φοβερν μέχρι τς σήμερον.
φο, λέγω, τ ερατεον θέλησε ν νώσ τ κκλησιαστικ ντάλματα μ τος πολιτικος νόμους, δι ν τιμται ν τατ κα ν ρίζ χωρς δυσκολίαν, κατάλαβεν, τι ναγκαον τον πρότερον ν τυφλώσ τν λαν μ τν μάθειαν, δι ν στερεώσ καλλιότερα τν σκοπόν του, κα οτως προσπάθησεν ν σβήσ κάθε σπουδν ες τν λλάδα, κα περασπίσθη τν μάθειαν.
Α πιστμαι, πο πρότερον νθιζον, ρχισαν ν μαρανθσι, τ σχολεα σφαλίσθησαν, ο διδάσκαλοι μωράνθησαν, κα λήθεια μ τν φιλοσοφίαν ξωρίσθησαν. λλο βιβλίον δν ερίσκετο, εμ τ πονήματα τν ερέων. Κάθε φιλόλογος λλο δν μποροσε ν ναγνώσ, εμ τ θαύματα κα τος βίους τν γίων, κα ο ταλαίπωροι λληνες, γκαλ κα φιλελεύθεροι, στερημένοι μως π τ φς τς φιλοσοφίας, γιναν σχεδν δολοι κατ συνήθειαν, μεμεθυσμένοι δ π τν μάθειαν κα δεισιδαιμονίαν, πήκουον κα φοβοντο τος τυράννους των, χωρς ν ξεύρουν τ διατί. νας φορισμς το ρχιερέως τρόμαζεν τόσα μιλλιούνια νθρώπων. δεισιδαιμονία, πόσον φοβερ εσαι νάμεσα ες τ νθρώπινα πάθη, κα πόσον οτιδανώνεις τν νθρωπότητα, ταν κυριεύσς τς ψυχς τν πλν κα μαθν λαν, ο ποοι τόσον πομωρώνονται, πο τρέμουσιν ες τν ψευδ λαλιάν σου, καθς τ βρέφη φοβονται ναν φιν ξύλινον, να χαλκον λέοντα!»
Αφού περνά την περίοδο του Βυζαντίου, η «Ελληνική Νομαρχία» φθάνει στην κατάληψη της Ελλάδας από τους Οθωμανούς. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σε πάρα πολλά σημεία του βιβλίου αναφέρεται ο πραγματικός ρόλος τον οποίο έπαιξε ο κλήρος στη διαμόρφωση της συνείδησης του Γένους σε όλη τη μακραίωνη πνευματική και πραγματική δουλεία του, από την επικράτηση του χριστιανισμού μέχρι το ’21.   
«Ες τοιαύτην κατάστασιν, δελφοί μου, ερίσκετο λλάς, ταν πρ 453 χρόνων π τν σήμερον, ατ δεισιδαιμονία κα μάθεια εχεν ναβιβάσει ες ψηλν θρόνον να χρεον Αθίοπα, ποος ρμησε μ τ ρματα το ψεύδους κα τς πλάνης, κα κυρίευσεν σχεδν τ τέταρτον μέρος τς γς. λλς δν μπόρεσεν βέβαια ν ποφύγ τν ζυγόν του, οτως προητοιμασμένη. θεν, κα ες βραχύτατον διάστημα κλινε τν αχένα ες τν τυραννικν ράβδον το Μωάμεθ. εκαρπος γ τς λλάδος γέμισεν π βαρβάρους λλοτρίου ρίζοντος, κα τοιούτης λογς, οτιδανς κα χρεος θρόνος τν θωμανν ψώθη ες τν Κωνσταντινούπολιν, κα ερίσκεται μέχρι τς σήμερον, γκαλ κα ν εναι ες τ τέλος του πλησιέστατος.
! πόσον κλαυσαν ο λληνες μετέπειτα! λλ ματαίως. χθρός των τον μεγάλος. Ατοί, δν εχον στρατεύματα γυμνασμένα, οτε πόλεμον διδάσκοντο π τος κυρίους των πλέον. Ατοί, κυβερνοντο π σκις κα φαντάσματα, κα φο πέρασαν τν τυραννίαν τν Ρωμαίων κα πειτα τν ερέων, κατήντησαν, τέλος πάντων, ν ποκύψουν ες τν πλέον σιχαμερν κα βάρβαρον κυριότητα, λέγω, ες τν τυραννίαν τν θωμανν. Τ θη των, γκαλ κα ν μν τον παντάπασιν διεφθαρμένα, δν μπόρεσαν μως ν τος λευθερώσωσι π τν δυναστείαν τν Ρωμαίων, πειδ ο χθροί των τον δυνατο κα πολλοί, δεισιδαιμονία δ κα μάθεια προητοίμασε δι πολλος αἰῶνας τν δόξαν το χρείου Μωάμεθ, κα οτως τυραννία τν θωμανν, ες διάστημα τεσσάρων αώνων, φερε τν λλάδα ες τόσον θλίαν κατάστασιν, πο κανείς, βέβαια, κανες δν θελε τ πιστεύσει, ν λοι μες, λληνες, δν τ γνωρίζαμεν, καθς τ γνωρίζομεν κα τ πάσχομεν καθημερινς.
Δύο ατια μ μπόδισαν, γαπητοί μου λληνες, πο δν διηγήθην καταλεπτς τς ατίας, πο φερον τν λλάδα ες τν δουλείαν τν Ρωμαίων. Πρτον μέν, τι τ πιχείρημα χρειάζετο μίαν διεξοδικωτάτην περιγραφήν, δι ν μν μείν τελές, κα δεύτερον, χοντας σκοπν ν μιλήσω πλατύτερα δι τς ατίας, πο ως τν σήμερον τν φυλάττουσι δούλην π τν θωμανν, νόμισα, τι α ατα ατίαι, ν κα ες τ λον δν μοιάζουσι μ κείνας, βέβαια, ες μέρος ατν, μποροσι ν ναφέρωνται μετ πάσης τς σότητος, κα ναγνώστης εκόλως μπορε ν προϊδ π τς παρούσας τς παρελθούσας (…) Φε! βαβα τς θλιότητός μας! Ο εροκήρυκες ρχινον π τν λεημοσύνην κα τελειώνουν ες τν νηστείαν. Πς θέλεις λοιπν ν ξυπνήσουν ο λληνες π τν μίχλην τς τυραννίας; Ο εροκήρυκες, ο ποοι τον ες χρέος ν τος ποδείξωσι τν λήθειαν, δν τ κάμνουσι. λλ τί ποκρίνονται ατο ο φιλόζωοι κα ατόματοι ψευδοκήρυκες: “ Θεός, δελφοί, μς δωσεν τν τυραννίαν ξ μαρτιν μας, κα πρέπει, δελφοί, ν τν ποφέρωμεν μ καλν καρδίαν κα χωρς γογγυσμόν, κα ν εχαριστηθμεν ες ,τι κάμνει Θεός”. Κα στερα π τέτοια ξυλολογήματα λέγουσι κα τ ρητν “ν γαπ Κύριος, παιδεύει”.
νθρωποι, ντως βάρβαροι, χυδαοι κα χθρο φανερο τς πατρίδος μας κα το δίου Χριστο, πς ννοετε τζι νάποδα ατ τ ρητόν, κα κάμνετε μ τν μάθειάν σας κα τινς ν βλασφημσι; Δν καταλαμβάνετε, νόητοι, τι τ “παιδεύω”, ες τν λληνικν γλσσαν ννοε ποτ μν τ “διδάσκω”, ποτ δ τ “τιμωρῶ”, κα τι ες ατ τ ρητν ξ νάγκης πρέπει ν ννο τ “διδάσκω”; Κα οτως πατήρ, πειδ γαπ τν υόν του, τν διδάσκει, τοι τν παιδεύει. λλ᾿ ς τ ξηγήσωμεν κατ τ λεξικν τς μαθείας, κα ν επμεν, τι τιμωρε  νας ποιον γαπ. λλά, διατί τν τιμωρε; Βέβαια, δι ν τν διορθώσ π τ σφάλματά του κα ν τν καταστήσ χρηστοηθ κα νάρετον. Πς λοιπν μπορε ν νομισθ παιδεία πρς τ καλν τυραννία, ποία, ς νωτέρω πεδείχθη, εναι χθρ πάσης ρετς κα πρόξενος πάσης κακίας; Πς, χυδαοι, δν τ βλέπετε, μόνον κφωνετε ,τι σς λθ ες τν νθύμησιν, χωρς ν στοχασθτε, τι ες τοιαύτας ποθέσεις παραμικρ κακοεξήγησις φέρει νεκδιήγητα κα πολυάριθμα κακ ες τος κροατάς;
σως μως τ λέγετε πρς παρηγορίαν; , κακν χρόνον ν χητε κα σες κα παρηγορία σας! Ατ εναι χειροτέρα π τν δίαν ατίαν τς θλίψεως, κα ες λλο δν χρησιμεύει, παρ ες τ ν καταστ τος λληνας πάντοτε ξίους παρηγορίας. σες φωνάζετε μ κραν συχίαν κα λέγετε: “γαπητοί, Θες μς δωσεν τν θωμανικν τυραννίαν, δι ν μς τιμωρήσ δι τ μαρτήματά μας, κα παιδεύοντάς μας ες τν παροσαν ζωήν, ν μς λευθερώσ μετ θάνατον π τν αώνιον κόλασιν”. χθρο τς ληθείας, τουτέστι το ησο Χριστο! Δν βλέπετε, πού, μ ατν τν κακήν σας κα τοπον παρηγορίαν, ποχρεώνετε τος λληνας, ντς ν μισήσουν τν τυραννίαν κα ν προσπαθήσουν ν λευθερωθον, ξ ναντίας ν τν γαπσι, κα μάλιστα, ν νομίζωνται ετυχες, πιστεύοντες π πλότητά των, τι παιδεύονται ες τν παροσαν ζωήν, δι ν ποκτήσουν τν παράδεισον; Ποος σκαριώτης σς βαλεν ες τν νον, ν προφέρητε τοιαύτην παρηγορίαν, ταν δν ξεύρετε ν τν ξηγήσητε, ναίσχυντοι; Τ μαρτήματα, σως, παιδεύονται μ λλα μαρτήματα, φρονες; Δν στοχάζεσθε, πόσον τιμετε κα τν αυτόν σας κα τν κκλησίαν μ τος παραλογισμούς σας;
Έτσι, λοιπόν, ήθελε τους Έλληνες το ιερατείο. Επί 400 χρόνια σκλάβους για τις… αμαρτίες τους. Λες και έφταιγε ο κόσμος που δεν τα βρήκαν πάπας και πατριάρχης ποιος θα ’χει τα πρωτεία και το μεγαλύτερο μερίδιο από τη μοιρασιά. Λες και δεν έφταιγε ο Γεννάδιος που ξεσήκωσε τους οπαδούς του, παραμονές της άλωσης, κατά της διαφαινόμενης προσπάθειας ένωσης και κατά του αυτοκράτορα. Λες και δεν έφταιγε ο αχόρταγος στρατός των 200.000 καλογέρων της κληρικής αυτοκρατορίας που ανέβαζε και κατέβαζε πατριάρχες και δεσποτάδες και στρατοπέδευε την εποχή της άλωσης μόνο στην Πόλη αφήνοντας την υπεράσπισή της στους 7.000 μισθοφόρους Γενουάτες και στους 3.000 του Παλαιολόγου.  Οι αλήθειες που λέγει η «Ελληνική Νομαρχία» σαφώς και ενοχλούν ακόμη και σήμερα. Γι’ αυτό, άλλωστε, ποτέ δεν διδάχθηκε στα σχολεία του ελληνικού κράτους, στο οποίο η εκκλησία εξακολουθεί να έχει μεγάλη δύναμη…  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου