Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

Ο σπουδαίος Μανιάτης δημοσιογράφος Δ. Καλαποθάκης

Δημήτριος Καλαποθάκης του Οικονόμου ήταν μια σπουδαία προσωπικότητα που έδωσε πολλά στην Ελλάδα, όχι μόνον ως πρόεδρος του Μακεδονικού Κομιτάτου Ελληνικού. Αλλά και ως δημοσιογράφος (ήταν ο ιδρυτής της εφημερίδας Εμπρός) και συγγραφέας.

Γεννήθηκε το 1865 στην Αρεόπολη της Μάνης και πέθανε στη Γερμανία το Μάιο του 1921 κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης.

Αν και Mανιάτης στην καταγωγή ο Καλαποθάκης έκανε την πρώτη του εμφάνιση στη δημόσια ζωή της χώρας στον Βόλο το 1881, με την έκδοση του πρώτου του εντύπου, του πολιτικοσατηρικού περιοδικού «Σατανάς».  Η εφημερίδα εκδιδόταν κάθε Κυριακή έως το 1885, οπότε διέκοψε την κυκλοφορία της. Λίγο αργότερα εξέδωσε και την πρώτη του εφημερίδα, τα «Άβδηρα» η οποία κυκλοφορούσε κάθε Τρίτη. Και οι δύο αυτές προσπάθειες αποδείχθηκαν θνησιγενείς, αφού σύντομα διακόπηκε η κυκλοφορία τους. Ο επίμονος Μανιάτης όμως δεν το έβαλε κάτω  κι έτσι, στις 26 Ιουνίου 1885 εξέδωσε νέα εφημερίδα, τη «Σημαία», η οποία το επόμενο έτος μεταφέρθηκε στην Αθήνα όπου εκδιδόταν μέχρι το 1889. Ήταν αμιγώς πολιτική και υποστήριζε την πολιτική του Χαριλάου Τρικούπη, χωρίς όμως να έχει αξιόλογη κυκλοφορία. Κυκλοφορούσε κάθε Τετάρτη και Σάββατο και βασικός χρηματοδότης της ήταν ο γιατρός και τραπεζίτης (Τράπεζα της Κωνσταντινούπολης) και μετέπειτα πρωθυπουργός Στέφανος Σκουλούδης ο οποίος υπήρξε και βουλευτής του κόμματος το 1881. 

Η "Σημαία" διέκοψε την κυκλοφορία της το 1889, όταν ο Σκουλούδης διέκοψε τη χρηματοδότησή της εξαιτίας των άσχημων οικονομικών της. Ο Καλαποθάκης έγραψε τότε στον Σκουλούδη: «Η Σημαία αποθνήσκει». «Αφήσατέ τη να πεθάνει εν ειρήνη» απάντησε ο Σκουλούδης. Ο Καλαποθάκης συνέχισε: «Ευαρεστηθήτε τουλάχιστον να αποστείλητε τα έξοδα της ταφής». Και ο Σκουλούδης σε αυστηρό τόνο: «Επιθυμώ να παραμείνη άταφος». Αυτό ήταν το τέλος της Σημαίας.

Αμέσως μετά το κλείσιμο της Σημαίας, ο Καλαποθάκης προχώρησε στην έκδοση μιας ακόμη εφημερίδας, του Συντάγματος, η διάρκεια της ζωής της οποίας ήταν μόνο λίγοι μήνες. Ακολούθως, ο Καλαποθάκης ανέλαβε χρέη ιδιαίτερου γραμματέα του Χαρίλαου Τρικούπη, τον οποίον και θαύμαζε απεριόριστα, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε στην "Ακρόπολη" του Βλάση Γαβριηλίδη.

Στις 10 Νοεμβρίου 1896 ίδρυσε, τελικά, την εφημερίδα που έμελλε να του χαρίσει κύρος και κοινωνική καταξίωση, το Εμπρός. Η έκρηξη του ελληνοτουρκικού «ατυχούς πολέμου» του 1897 συνετέλεσε στη γιγάντωση του "Εμπρός" και έκτοτε ο Καλαποθάκης αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα της πολιτικής ζωής της χώρας, καθώς επηρέαζε καθοριστικά την κοινή γνώμη. 

Ήταν μια από τις σημαντικότερες της εποχής του, με μαχητική αρθρογραφία και μεγάλη κυκλοφορία για τουλάχιστον 25 χρόνια που κυμαινόταν περίπου 15000 έως 20000 φύλλα και βρισκόταν σε αντιπαλότητα με την εφημερίδα "Σκριπ". 

Ο Κουσουλάκος

Εκδότης του "Σκριπ" ήταν ο Ευάγγελος Κουσουλάκος. Γεννήθηκε το 1861 στην Καλαμάτα και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά τα φοιτητικά του χρόνια άρχισε να ασχολείται με τη δημοσιογραφία αρθρογραφώντας σε στήλες της εφημερίδας "Ασμοδαίος" του Εμμανουήλ Ροΐδη. Στη συνέχεια δημοσίευε ποιήματα αλλά και σχολιασμούς στις εφημερίδες Άστυ και Χρόνος, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Πελαργός». Υπήρξε ανταποκριτής στην εφημερίδα Νεολόγος της Κωνσταντινούπολης και διετέλεσε διευθυντής του Εθνικού Τυπογραφείου και γραφείων της Βουλής.



Στις 22 Αυγούστου του 1893 ξεκίνησε την έκδοση της εφημερίδας Σκριπ. Αρχικά εκδιδόταν μία φορά την εβδομάδα και είχε σατιρικό περιεχόμενο, ωστόσο από το 1895 και έπειτα η εφημερίδα έγινε πολιτική και κυκλοφορούσε καθημερινά. Σε σύντομο διάστημα έγινε μία από τις πλέον αξιόλογες εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα την εποχή εκείνη, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της δημοσιογραφίας στη χώρα. Το 1896, και έπειτα από λανθασμένη πληροφόρηση, το Σκριπ έγραψε για διάλυση των αρραβώνων του Γεωργίου Μιχαήλοβιτς με την πριγκίπισσα Μαρία της Ελλάδας και της Δανίας (ήταν η δεύτερη κόρη του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και της Όλγας. Ο εκδότης της εφημερίδας, Ευάγγελος Κουσουλάκος, κατηγορήθηκε για εξύβριση προς τον βασιλιά της Ελλάδος, δικάστηκε από το Κακουργιοδικείο της Λαμίας αλλά αθωώθηκε.

Πέθανε σε ηλικία 42 ετών τα ξημερώματα της 18ης Ιανουαρίου 1903, μετά από μακροχρόνια ασθένεια. Στην κηδεία του παρευρέθησαν πολιτικές προσωπικότητες της εποχής, λόγιοι, αλλά και καθηγητές του πανεπιστημίου Αθηνών. Τάφηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών ενώ το "Σκριπ" συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1929.

Το Εμπρός

Την εποχή εκείνη που η μετάδοσης της πληροφορίας ήταν αργή και η διασταύρωση δύσκολη, τα λάθη δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο.  Το “Εμπρός” και ο Καλαποθάκης, υπέπεσαν σε δημοσιογραφική γκάφα στις 12 Σεπτεμβρίου 1906, όταν εξέθεσαν τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη (1866-1935) στις τουρκικές αρχές, ανακοινώνοντας την υποτιθέμενη δολοφονία του και πλέκοντας του το εγκώμιο ως Μακεδονομάχου, όμως στην πραγματικότητα είχε δολοφονηθεί ο μητροπολίτης Κορυτσάς Φώτιος, κι έτσι ο Γερμανός αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 1907.

Ο Καλαποθάκης ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε το χρονογράφημα και τις σελίδες πολιτισμού στην εφημερίδα, εξασφαλίζοντας τις πιο σπουδαίες πένες της εποχής, ανάμεσά τους οι Ιωάννης Κονδυλάκης, Εμμανουήλ Ροΐδης, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και Γρηγόριος Ξενόπουλος.

Αναμφισβήτητα ο Καλαποθάκης υπήρξε μια από τις σημαντικότερες  φυσιογνωμίες της τότε ελληνικής δημοσιογραφίας αλλά και ένας από τους κύριους διοργανωτές του Μακεδονικού Κομιτάτου (το 1904), που στόχο είχε  ν’ ανακοπεί ο εκβουλγαρισμός της Μακεδονίας και να βοηθήσει με όπλα, χρήματα και εφόδια τους Έλληνες Μακεδονομάχους. Υπήρξε πρόεδρος του Κομιτάτου μέχρι τη διάλυσή του ασκώντας πιέσεις στον Δημ. Ράλλη και τον Γ. Θεοτόκη (είχε προηγηθεί η ίδρυση της Εθνικής Εταιρείας) με παρόμοιος στόχους. Το 1909 υποστήριξε τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο (που τον Αύγουστο του 1909 έκανε το κίνημα στου Γουδή), αλλά στάθηκε επιφυλακτικός απέναντι στον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στον Εθνικό Διχασμό (1915-1917) τάχθηκε με το μέρος του βασιλιά, αλλά μετά τις επιτυχίες του Βενιζέλου στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υποστήριξε τον Κρητικό πολιτικό.

Μετά την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία ο Καλαποθάκης έλαβε σαφή θέση κατά των μπολσεβίκων. Υποστήριζε πως ο σοσιαλισμός, προσπαθώντας να καταστήσει ελεύθερο τον άνθρωπο, καταλήγει να τον υποδουλώνει στον χειρότερο δυνάστη, το κράτος. Η οικονομική εξάρτηση από το κράτος, προσέθετε, συνεπαγόταν και την ηθική και την πνευματική του υποδούλωση. Επομένως, δεν υπήρχε λόγος να προσπαθήσει κανείς να υλοποιήσει τις επιταγές του σοσιαλισμού, καθώς αυτές περιόριζαν τελικά την ελευθερία του ατόμου.

Παράλληλα, επί σειρά ετών, ο Δ. Καλαποθάκης είχε επιδοθεί στη συγγραφή θεατρικών έργων, μεταξύ των οποίων είναι: η "Άλωση" (της Κωνσταντινούπολης), "Φωκάς ο Βουλγαροκτόνος", "Σαπφώ" (που ανέβηκε από το Εθνικό Θέατρο, ο "Προικοθήρας" κ.ά.

Ο Δημήτριος Καλαποθάκη πέθανε στη Γερμανία στις 27 Μαρτίου 1921, κατά τη διάρκεια εγχείρησης. Ο θάνατός του ανακοινώθηκε από το «Εμπρός» στις 3 Ιουνίου: «Συντετριμμένοι υπό της οδύνης αγγέλλομεν τον θάνατον του ιδιοκτήτου και διευθυντού του Εμπρός ΔΗΜ. ΟΙΚ. ΚΑΛΑΠΟΘΑΚΗ επελθόντα εις Μόναχον τη μεσημβρία της 27ης Μαΐου». 

Η κηδεία του έγινε στις 25 Ιουνίου, στην Αθήνα.

Την έκδοση του «Εμπρός» συνέχισε η χήρα του Αικατερίνη Λιάμπεη- Καλαποθάκη (είχαν παντρευτεί το 1907)  και από το 1928 ο Πέτρος Γιάνναρος της Εσπερινής. Η εφημερίδα ανέστειλε την έκδοσή της λίγο πριν από την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επανεκδόθηκε το 1945 από τον Αλκιβιάδη Καλαποθάκη (γιο του Δημητρίου Καλαποθάκη) ως ημερήσια εφημερίδα και από το 1953 ως εβδομαδιαία. 

Το 1959 ο τίτλος του Εμπρός αγοράστηκε από τον εκδότη του Εθνικού Κήρυκα, Αθανάσιο Παράσχο, ενώ αργότερα πέρασε στα χέρια της οικογένειας Βαρδινογιάννη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου